ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟ ΕΣΕΚ
- 10 Νοε 2023
- οικονομία
«Φωτιά» το κόστος της ενεργειακής μετάβασης για τους καταναλωτές. Τι προβλέπει το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για λιγνίτες, υδρογονάνθρακες και EastMed. Οι εκτιμήσεις για το αέριο.
Πανάκριβα θα στοιχίσει στον Έλληνα καταναλωτή η πράσινη μετάβαση της χώρας. Σύμφωνα με τις παραδοχές του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η συνολική επιβάρυνση των καταναλωτών, από τα νοικοκυριά ως τις επιχειρήσεις, τη βιομηχανία και τον αγροτικό τομέα, μόνον στην 6ετία 2025-2030 υπολογίζεται να ανέλθει αθροιστικά σε περίπου 276 δισ. ευρώ (44,7-46 δισ. ετησίως). Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνονται, εκτός από το κόστος της ενέργειας, οι δαπάνες για ενεργειακή αναβάθμιση και η αγορά μη ενεργοβόρων συσκευών και οχημάτων.
Οι τιμές του φυσικού αερίου δεν πρόκειται να επανέλθουν στα προ της ενεργειακής κρίσης επίπεδα, αντίθετα, στο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι προβλέπεται να σταθεροποιηθούν στο μέλλον σε επίπεδα υψηλότερα κατά 35-40%.
Καθώς η χώρα μας εξακολουθεί να παραμένει εξαρτημένη από τις εισαγωγές φυσικού αερίου, φαίνεται ότι οι λογαριασμοί του ρεύματος θα εξακολουθήσουν τουλάχιστον ως το 2030 να είναι τσουχτεροί.
Συν τοις άλλοις, οι καταναλωτές θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν, μέσα από τους λογαριασμούς τους, την κατασκευή νέων έργων ΑΠΕ και την επέκταση των δικτύων διανομής και μεταφοράς. Ήδη, για τις ΑΠΕ και τα δίκτυα καταβάλλεται μέσω των τιμολογίων (ρυθμιζόμενες χρεώσεις) ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Μάλιστα, στο ΕΣΕΚ αναγνωρίζεται ότι «οι προβλεπόμενες χρεώσεις για τα δίκτυα έχουν κάπως αυξηθεί συγκριτικά με το παρελθόν, λόγω των αυξημένων επενδύσεων που απαιτούνται».
Στο ΕΣΕΚ υποστηρίζεται η αναγκαιότητα να συνεχισθούν οι λειτουργικές ενισχύσεις (εγγυημένη ταρίφα) για νέα έργα ΑΠΕ ως το 2030, ενώ υφίσταται εγκεκριμένο από την Ε.Ε. καθεστώς στήριξης ως το 2025.
Ανάλογες ενισχύσεις προβλέπονται για τα συστήματα αποθήκευσης, τα υπεράκτια αιολικά (20ετούς διάρκειας) και την αντλησιοταμίευση, ενώ τίθεται η προοπτική ενίσχυσης και των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο και στο μέλλον με ανανεώσιμα αέρια, γιατί «θα έχουν μικρό βαθμό χρησιμοποίησης, κατά συνέπεια θα χρειάζεται να ανακτούν το κόστος των απασχολούμενων κεφαλαίων μέσω της κοστολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών στο σύστημα και μέσω άλλων μηχανισμών διασφάλισης της αμοιβής για το κεφάλαιό τους».
Προφανώς, όλα τα κόστη αυτά, όπως γίνεται σήμερα με τις ΑΠΕ και τα δίκτυα, θα φορτωθούν στα τιμολόγια ενέργειας. Συνεπώς, συνάγεται ότι οι καταναλωτές θα κληθούν να συμβάλουν από την τσέπη τους για την πράσινη μετάβαση της χώρας.
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η ενεργειακή φτώχεια παρουσιάζει αύξηση το 2021, με την εμφάνιση της ενεργειακής κρίσης. Από 12% που ήταν το 2020 το ποσοστό των νοικοκυριών με ενεργειακή ένδεια, έφθασε στο 12,4% το 2021. Στοιχεία για το 2022 και το 2023 δεν παρατίθενται.