ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ
- 25 Απρ 2024
- οικονομία
Μηνύματα για ουσιαστικές παρεμβάσεις στην πορεία της οικονομίας κάνει το ΙΟΒΕ στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Μπορεί, για το 2024, το ΙΟΒΕ αναθεωρεί προς τα κάτω την πρόβλεψη για ετήσια ανάπτυξη της τάξης του +2,1%, οριακά υψηλότερη έναντι του 2023, με ώθηση από την ενίσχυση των επενδύσεων (+7,8%, πάγιες επενδύσεις +9,5%) και την ανθεκτική στις πληθωριστικές πιέσεις κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,3%, συνολική κατανάλωση +1,0%), ωστόσο πολλά ζητήματα παραμένουν ανοιχτά, συνδυαζόμενα με κινδύνους, που απορρέουν από την επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης, τη σφιχτότερη δημοσιονομική πολιτική, τη διατήρηση του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, “έχει πρόσφατα καταγραφεί καλύτερη από την αναμενόμενη πορεία του πλεονάσματος κατά το προηγούμενο έτος, στοιχείο που αποτελεί μια θετική βάση ενόψει της συνέχειας. Στα επόμενα βήματα όμως υπάρχει σειρά προκλήσεων, καθώς συνολικά η θετική δημοσιονομική πορεία χωρίς παρεκκλίσεις αποτελεί προϋπόθεση της συνολικής ανάπτυξης της οικονομίας” τονίζει με έμφαση και προσθέτει:
“Στην πλευρά των εσόδων, θα αμβλύνεται η θετική συμβολή που είχε υπάρξει από τον πληθωρισμό μέσω των έμμεσων φόρων, και θα πρέπει να ενταθεί η θετική συμβολή της μείωσης της φοροδιαφυγής ιδίως μέσω της διεύρυνσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών. Παραμένει ακόμη μία σημαντική ανισορροπία, καθώς στους άμεσους φόρους υπάρχει υπερβολικά μεγάλη συγκέντρωση των πληρωμών σε πολύ μικρό τμήμα του πληθυσμού.
Στην πλευρά των δαπανών, και καθώς σταδιακά θα δημιουργηθεί κενό με το τέλος της εκτέλεσης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, είναι σημαντικό να υπάρξει αναδιάταξη προτεραιοτήτων, η οποία θα περιλαμβάνει και την αντιμετώπιση συνεπειών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή αλλά και με τις δημογραφικές εξελίξεις. Φυσικά, οι δημοσιονομικές εξελίξεις στη χώρα θα συναρτηθούν κρίσιμα και με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως επίσης και το πώς θα εξελιχθεί το πλαίσιο επιτοκίων στις διεθνείς αγορές, καθώς αυτό επηρεάζει σημαντικά μια χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος.
Ένα άλλο κρίσιμο πεδίο ενδιαφέροντος θα αφορά τη λειτουργία των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών. Πιο πρόσφατα ο υψηλός πληθωρισμός, αλλά και προηγούμενα η έντονη αύξηση του κόστους ενέργειας και οι πρωτοφανείς περιορισμοί της πανδημίας όσον αφορά τις μετακινήσεις, την εργασία και την κατανάλωση, οδήγησαν σε σειρά μεγάλων και συστηματικών παρεμβάσεων, σε συνέχεια βέβαια όσων είχαν λάβει χώρα κατά την κρίση χρέους. Μπορεί να δημιουργείται έτσι σταδιακά η εντύπωση, ιδίως στον δημόσιο διάλογο, πως ουσιώδη οικονομικά προβλήματα μπορούν να λύνονται σχετικά άμεσα με κρατικές παρεμβάσεις. Αν οι τιμές των προϊόντων είναι υψηλές, μια παρέμβαση της κυβέρνησης μπορεί να τις μειώσει, όπως επίσης να αυξήσει τους μισθούς, να μειώσει τα ενοίκια και τα επιτόκια χορηγήσεων και να αυξήσει τα επιτόκια καταθέσεων. Κρατικές παρεμβάσεις στις αγορές είναι αποτελεσματικές σε περιόδους μη κανονικότητας, όταν οι επιπτώσεις της κρίσης δεν μπορούν να περιοριστούν αλλιώς. Δεν λύνουν όμως τα προβλήματα στο βάθος τους και, αν αυτές επεκτείνονται, η δυναμική της οικονομίας περιορίζεται.
Οι επενδύσεις μπορεί να μη κατευθύνονται εκεί που είναι πιο αποδοτικές, οι επιχειρήσεις δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους και τα κίνητρα για τους εργαζομένους στρεβλώνονται. Εξίσου σημαντικό, μια οικονομία με πολλούς και μεταβαλλόμενους περιορισμούς δύσκολα προσελκύει νέα παραγωγικά κεφάλαια και Από αυτή την άποψη, η οικονομία μας βρίσκεται σε μια καμπή όπου πολλά από τα μέτρα παρέμβασης ή στήριξης που έχουν αναγκαστικά εφαρμοστεί θα πρέπει να αποσύρονται και να επανέρχεται μια κανονική λειτουργία” σημειώνει το ΙΟΒΕ που τονίζει ότι:
“Η οικονομική πολιτική έχει λοιπόν να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο προτεραιότητες, την ενίσχυση όσων πλήττονται από υφιστάμενες αδυναμίες της οικονομίας αλλά και την περαιτέρω ενδυνάμωσή της. Το ότι η πολιτική δεν είναι αποτελεσματικό να ρυθμίζει άμεσα επί μακρόν, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει ρόλος για αυτή μεσοπρόθεσμα, κάθε άλλο. Ο ρόλος αυτός, ενόψει της ανάγκης αύξησης των ρυθμών ανάπτυξης, πρέπει να είναι πρωτίστως η ενδυνάμωση της παραγωγικής βάσης. Στο αναγκαίο μείγμα προτεραιοτήτων, η ενίσχυση του ανταγωνισμού, πεδίο στο οποίο υπάρχει υστέρηση για δεκαετίες, παραμένει ένας κρίσιμος ενδιάμεσος στόχος.”
Η αγορά εργασίας
“Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζονται και οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας” τονίζει το ΙΟΒΕ που προσθέτει: “Σε συνέχεια της σημαντικής και συστηματικής μείωσης της ανεργίας κατά τα τελευταία χρόνια, και τις αυξήσεις των αμοιβών κατά μέσο όρο, υπάρχει νέα σειρά προκλήσεων. Βραχυπρόθεσμα, η δυναμική μείωσης της ανεργίας δείχνει να εξασθενεί την ίδια ώρα που εμφανίζονται σημαντικές ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε πολλούς τομείς και κλάδους της οικονομίας, τόσο στην ανειδίκευτη εργασία όσο και στην υψηλή εξειδίκευση. Μεσοπρόθεσμα, τέτοιες ελλείψεις εργατικού δυναμικού αναμένεται να ενταθούν δεδομένης της αρνητικής δημογραφικής δυναμικής της χώρας.
Αυτές οι αρνητικές τάσεις μπορούν να αμβλυνθούν σε σημαντικό βαθμό με μέτρα ενίσχυσης των κινήτρων για συμμετοχή στην αγορά εργασίας, όπως και ουσιαστικής κατάρτισης του εργατικού δυναμικού. Βέβαια, και σε συνάρτηση με όλα τα παραπάνω, η πορεία μιας οικονομίας διαχρονικά εξαρτάται τελικά από την ανάπτυξη της παραγωγικότητάς της, η οποία με τη σειρά της επηρεάζεται κρίσιμα ευρύτερα από τη λειτουργία του θεσμικού πλαισίου και ειδικότερα από την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών” αναφέρει.
Παραγωγικό υπόδειγμα
Σχετικά με το παραγωγικό μοντέλο το ΙΟΒΕ αναφέρει ότι “η στροφή του παραγωγικού υποδείγματος προς υψηλότερη συμμετοχή εξαγωγών και επενδύσεων στην οικονομία θα είναι ανάλογη του ρυθμού τεχνολογικού μετασχηματισμού της. Ενδεικτικά, η ταχύτερη ανάπτυξη τεχνολογιών και συστημάτων που στηρίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να επηρεάσει την ελληνική οικονομία με πολλούς τρόπους. Αλλάζοντας δραστικά τις επιμέρους αγορές υπηρεσιών και προϊόντων, αυξάνοντας τη συνολική παραγωγικότητα, διαμορφώνοντας νέους όρους λειτουργίας του δημόσιου τομέα και αλλάζοντας τη διασύνδεσή του με την παραγωγή και, τελικά, επηρεάζοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς αλλάζει ο «καταμερισμός εργασίας» σε παγκόσμιο επίπεδο.
Συνολικά, είναι σκόπιμο κανείς να συνυπολογίσει την τρέχουσα θετική τάση αλλά και τις προκλήσεις από το εξωτερικό περιβάλλον και για την αναβάθμιση της δομής της οικονομίας μας.
Το συμπέρασμα όσον αφορά την οικονομική πολιτική είναι πως, από μόνη της η αποτελεσματική διαχείριση πόρων και κατανομή του οφέλους από την τρέχουσα μεγέθυνση δεν διασφαλίζει και ευνοϊκή συνέχεια. Η διεύρυνση της βάσης των επενδύσεων τόσο κλαδικά όσο και χρηματοδοτικά είναι κρίσιμη προϋπόθεση. Η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, είναι επίσης ουσιώδης για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη της οικονομίας.
Το άνοιγμα της οικονομίας ώστε να διευκολύνονται νέες δραστηριότητες και η συνεχής ενσωμάτωση νέας επιχειρηματικότητας και εργασίας αποτελεί κλειδί. Η σταθερότητα κανόνων στην αγορά και η δραστική απλούστευση διαδικασιών στον δημόσιο τομέα είναι συνθήκες για να υπάρχει παραγωγή υψηλής αξίας.
Συνολικά, ένας υψηλός πήχης φιλοδοξιών και συνεχιζόμενες παρεμβάσεις πολιτικής που θα αναβαθμίζουν τη δομή της οικονομίας είναι αναγκαίος ώστε και η μελλοντική πορεία της χώρας να είναι συστηματικά θετική” αναφέρει το ΙΟΒΕ.