ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΔΕΣΜΕΥΟΝΤΑΙ ΣΕ ΣΧΕΣΕΙΣ ΦΙΛΙΑΣ ΚΑΙ «ΗΡΕΜΑ ΝΕΡΑ»
- 08 Δεκ 2023
- πολιτική
Σε θερμότατο κλίμα το διάρκειας μίας και πλέον ώρας, τετ α τετ του Πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο, που μετά τα «Καζάν - καζάν», δήλωσε ότι προτιμά να βλέπει μισογεμάτο το ποτήρι των διμερών σχέσεων.
Τουρκία και Ελλάδα οφείλουν να ζουν ειρηνικά και αν οι διαφορές δεν γεφυρώνονται, να μην παράγουν εντάσεις, τόνισε ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στις κοινές του δηλώσεις με τον πρόεδρο Ερντογάν μετά το πέρας της συνάντησής του στο Μέγαρο Μαξίμου.
Για μία ακόμη φορά ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στον οδικό χάρτη που έχει συμφωνηθεί και περιλαμβάνει τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα μέτρα εμπιστοσύνης.
Πετύχαμε οι σχέσεις μας να επιστρέψουν σε ήρεμα νερά και πλέον, εκτίμησε, επόμενο βήμα μπορεί να είναι η προσέγγιση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η γεωγραφία και η Ιστορία μάς έφεραν να ζούμε στην ίδια γειτονιά και βρεθήκαμε ο ένας απέναντι στον άλλο, είπε ο κ. Μητσοτάκης και αφού έκανε λόγο για «ιστορικό χρέος να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα, όπως είναι τα σύνορά μας», γνωστοποίησε ότι την ερχόμενη άνοιξη θα ανταποδώσει την επίσκεψη μεταβαίνοντας με τη σειρά του στην Άγκυρα.
Παρά το θερμό κλίμα της συνάντησης, ο Πρωθυπουργός δεν παρέλειψε να σημειώσει τη διαφωνία των δύο πλευρών στο Κυπριακό. «Διαφωνούμε στο Κυπριακό», είπε ο κ. Μητσοτάκης και ξεκαθάρισε πως «για εμάς δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από εκεί που διακόπηκε το 2017. Μόνο μέσα από αυτόν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος».
Κάνοντας, τέλος, αναφορά στην υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας, εκτίμησε όπως προαναφέρθηκε, ότι επόμενη φάση του πολιτικού διαλόγου, όταν οι συνθήκες ωριμάσουν, μπορεί να είναι η προσέγγιση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο που όπως θέλησε να επισημάνει, συνιστά τη μόνη διαφορά που θα μπορούσε να αρθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας, με πυξίδα το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Τον Οκτώβριο του 1930 υπεγράφη στην Άγκυρα το Σύμφωνο Φιλίας Ουδετερότητας Διαλλαγής και Διαιτησίας μεταξύ των δύο χωρών, υπενθύμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μία ιστορική αναφορά στον Ελευθέριο Βενιζέλο.
«Τότε -συνέχισε- ο Ισμέτ Ινονού είχε δηλώσει πως καμία διαφορά δεν μπορεί πια να χωρίσει τα δύο έθνη μέσα από την προσέγγιση να διαδραματίσουν έναν σπουδαίο ρόλο. Ενώ από την πλευρά του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος, είχε αναφέρει “ερχόμεθα να τείνομεν ειλικρινώς το χέρι και να δηλώσομεν ότι ο μακραίων ανταγωνισμός ετερματίσθη οριστικώς”».
Δυστυχώς, γεγονότα και ιστορικά πάθη εμπόδισαν τη θέληση των δύο ηγετών από το να γίνει αυτό πραγματικότητα», παρατήρησε ο Πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ωστόσο, πως η παρακαταθήκη τους παραμένει ενεργή και περισσότερο επίκαιρη από ποτέ λόγω των κοινών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε.
Σήμερα, κατέληξε στη σχετική αναφορά του, εκατό χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης συνάπτεται Διακήρυξη Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας, μια διακήρυξη που είχε οραματιστεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν παρέλαβε το 1997 το μεγάλο Βραβείο Ειρήνης και Φιλίας «Αμπντί Ιπεκσί» ως μέσο καλόπιστου διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου – διακήρυξη που υπογράψαμε «σεβόμενοι απόλυτα τα δικαιώματα που απορρέουν από την κυριαρχία κάθε χώρας επιβεβαιώνει τη σχέση φιλίας μεταξύ μας, καθορίζει τις αρχές και τα ορόσημα του διαλόγου μας και αναδεικνύει τις δυνατότητες συνεργασίας μας, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο».
Όσον αφορά τις οικονομικές-εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι «το διμερές εμπόριο έχει ξεπεράσει τα 5 δισ. ευρώ και χαρακτήρισε ρεαλιστικό τον στόχο σε μία πενταετία να φτάσει τα 10 δισ. ευρώ».
Αντίστοιχα, στο Μεταναστευτικό, έγινε λόγος για σημαντική μείωση των ροών το τελευταίο διάστημα ως αποτέλεσμα της φύλαξης των συνόρων, αλλά και της πολύ καλύτερης συνεργασίας Αστυνομίας, Λιμενικού και Ακτοφυλακής των δύο χωρών, όπως επεσήμανε ο Πρωθυπουργός -συνεργασία που όπως είπε, μπορεί και πρέπει να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο.
Αναφερόμενος τέλος στη σταθερή υποστήριξη για την ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας, ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι η Ελλάδα στηρίζει τη διευκόλυνση χορήγησης θεωρήσεων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κεκτημένου και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε και εξασφάλισε την έγκριση της ΕΕ ώστε να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα τούρκων πολιτών και των οικογενειών τους να επισκέπτονται όλο τον χρόνο για επτά ημέρες 10 νησιά μας, που είτε έχουν προσφυγικές δομές είτε έχουν άμεση πορθμειακή σύνδεση με την Τουρκία.
Κλείνοντας και αφού γνωστοποίησε τη συμφωνία των δύο πλευρών να συνεχιστούν και οι μεταξύ τους επαφές, ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι προτίθεται να επισκεφθεί την Άγκυρα την ερχόμενη άνοιξη:
«Προτίθεμαι κ. Πρόεδρε να επισκεφθώ μέσα στην άνοιξη και την Άγκυρα, πριν σας συναντήσω τον επόμενο Ιούλιο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον. Και κλείνω με τη σκέψη ότι η Γεωγραφία και η Ιστορία μάς έταξαν να ζούμε στην ίδια γειτονιά». «Οι συγκυρίες έφεραν συχνά τον έναν απέναντι στον άλλο, και γνωρίζω ότι υπάρχουν φωνές, -είμαι σίγουρος και στην Ελλάδα και στην Τουρκία -που δεν συμφωνούν με αυτή την προσέγγιση.
Όμως αισθάνομαι χρέος, ιστορικό χρέος να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα, όπως άλλωστε είναι και τα σύνορά μας. Μέχρι τώρα, πετύχαμε οι σχέσεις μας να επανέλθουν σε ήρεμα νερά.
Σήμερα, στο όνομα των επόμενων γενιών οφείλουμε και οι δύο να χτίσουμε ένα αύριο όπου σε αυτά τα ήρεμα νερά θα φυσήξει κι ένας ούριος άνεμος, ένα αύριο ειρήνης, προόδου και συνεργασίας.
Δείχνοντας ευθύνη και ρεαλισμό θέλω σήμερα να κοιτάξω στο μέλλον. Και πάλι, καλώς ορίσατε στην Αθήνα», κατέληξε στις δηλώσεις του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ερντογάν: «Να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε μια θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας»
Από την πλευρά του, ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλησε να επαναλάβει πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μεταξύ των δύο χωρών τόσο μεγάλο που να μην μπορεί να επιλυθεί.
Αρκεί, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «να κινηθούμε με καλή πίστη, να επικεντρωθούμε στη μεγάλη εικόνα και να μη γίνουμε από αυτούς που περνούν την θάλασσα, αλλά πνίγονται στο ποτάμι».
«Είμαστε -είπε- δύο γειτονικές χώρες που μοιραζόμαστε την ίδια θάλασσα, την ίδια γεωγραφία, το ίδιο κλίμα και μάλιστα το ίδιο πολιτισμό σε πολλούς τομείς.
Είναι φυσικό να υπάρχουν προβλήματα ανάμεσα σε δύο χώρες, πόσω μάλλον ανάμεσα σε αδέρφια.
Το θέμα είναι η βούληση για την επίλυση αυτών των προβλημάτων και των διαφορών» και εμείς -τόνισε- θέλουμε να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε μια θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας».
Η αντιπαράθεση για τη μειονότητα Ο τούρκος πρόεδρος θέλησε επίσης να μιλήσει -κατά την πάγια τακτική της Άγκυρας- για «τουρκική μειονότητα στη Δυτική Θράκη, για να λάβει όμως απάντηση από τον Πρωθυπουργό στο υστερόγραφο των κοινών τους δηλώσεων.
«Η τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα και η ρωμαίικη μειονότητα στη χώρα μας είναι δομικά στοιχεία του ανθρώπινου και του πολιτιστικού μας πλούτου.
Η αύξηση της ηρεμίας και της γαλήνης των μειονοτήτων θα επηρεάσει θετικά τις σχέσεις», ήταν η εκτίμηση του κ. Ερντογάν και επαναλαμβάνοντας τον όρο «τουρκική» για τη μουσουλμανική μειονότητα στη Δυτική Θράκη, πρόσθεσε:
«Διατύπωσα τις προσδοκίες μας για τις βελτιώσεις που απαιτούνται από το Διεθνές Δίκαιο όσον αφορά την κατάσταση της τουρκικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης».
Όσον αφορά τέλος το Κυπριακό, αρκέστηκε να πει πως η επίτευξη μιας δίκαιης, μόνιμης και βιώσιμης λύσης, με βάση τις πραγματικότητες στο νησί, θα είναι προς όφελος ολόκληρης της περιοχής.
Η αναφορά του τούρκου προέδρου σε τουρκική μειονότητα δεν έμεινε αναπάντητη από τον Πρωθυπουργό, που ευγενικά υπενθύμισε ότι ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής, καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης:
«Αφού εκφράσω για ακόμα μια φορά την ικανοποίησή μου για την υπογραφή αυτού του σημαντικού Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας, επιτρέψτε μου ένα σχόλιο μόνο για τα ζητήματα των μειονοτήτων.
Ξέρετε, για εμάς και για εμένα προσωπικά, η Θράκη αποτελεί ένα παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων και οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας έχουν -και αγωνιζόμαστε πάντα να διασφαλίζουμε στην πράξη- ίσες ευκαιρίες.
Σε αυτή την κατεύθυνση αγωνιζόμαστε. »Ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης. Χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης, είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης, να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε.
Και θέλω να σας διαβεβαιώσω, και να διαβεβαιώσω βέβαια όλους τους μουσουλμάνους συμπολίτες μας, ότι προς αυτή την κατεύθυνση η Ελληνική Κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δουλεύει νυχθημερόν», ανέφερε στην απάντησή του ο Πρωθυπουργός.